Καλλιαρος

Καλλιαρος
    Καλλίαρος
    Καλλίᾰρος
    ἥ Каллиар (город в Локриде) Hom.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Смотреть что такое "Καλλιαρος" в других словарях:

  • Καλλίαρος — fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλλίαρος — Αρχαία πόλη των Οπουντίων Λοκρών, κοντά στο σημερινό Κυπαρίσσι. Αναφέρεται από τον Όμηρο και τον Στράβωνα ο οποίος ετυμολογεί την ονομασία της ως «καλή αρόσιμη γη» …   Dictionary of Greek

  • Καλλιάρου — Καλλίαρος fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλλίαρον — Καλλίαρος fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Calliarvs — CALLIARVS, i, Gr. Καλλίαρος, ου, des Odödocus und der Laonome Sohn, von welchem die Stadt Kalliarus in Phocis den Namen hatte. Eustath. ad Hom. Il. Β. v. 531 …   Gründliches mythologisches Lexikon


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»